Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

Το Δώρο της Παπλωματούς


Ένα ωραίο βιβλίο που διαβάσαμε στην τάξη μας!





Γράφει η
Ναταλία Ιωαννίδου


Το δώρο της Παπλωματούς είναι ένα υπέροχο παραμύθι που μιλά για τη χαρά της προσφοράς. Βραβεύτηκε αρκετές φορές τόσο για το περιεχόμενο του όσο και για την εικονογράφησή του.

Μια γενναιόδωρη παπλωματού με μαγικά λες δάχτυλα, φτιάχνει τα πιο όμορφα παπλώματα του κόσμου και τα χαρίζει στους φτωχούς. Ένας άπληστος βασιλιάς, που μέσα στο παλάτι του έχει μαζεμένους όλους τους θησαυρούς του κόσμου, ψάχνει να βρει εκείνο που θα του χαρίσει έστω ένα χαμόγελο...

Με έντεχνο τρόπο ο συγγραφέας κρατά τον αναγνώστη σε συνεχή αγωνία: Άραγε η παπλωματού θα φτιάξει ένα πάπλωμα για τον βασιλιά; Άραγε ο βασιλιάς θα καταφέρει να χαμογελάσει;

Μια φορά κι ένα καιρό, σ’ ένα μικρό σπίτι, χαμένο κάπου ψηλά στα βουνά τα σκεπασμένα με γαλάζια ομίχλη, ζούσε μια παπλωματού που έφτιαχνε παπλώματα με τα πιο όμορφα χρώματα που μπορούσε να θαυμάσει ανθρώπινο μάτι. Τα παπλώματά της τα χάριζε στους φτωχούς και τους δυστυχισμένους ανθρώπους. Κανένας πλούσιος δεν μπορούσε να τα αγοράσει.

Η παπλωματού έφτιαχνε τα παπλώματά της κατά τη διάρκεια της μέρας και όταν το σκοτάδι γινόταν αδιαπέραστο και το κρύο ανυπόφορο, άφηνε το σπιτικό της και κατέβαινε στη γειτονική πολιτεία μέχρις ότου να συναντήσει κάποιον που κοιμότανε ξυλιασμένος στα σκαλοπάτια κάποιου σπιτικού. Τον σκέπαζε με ένα υπέροχο πάπλωμα και ακροπατώντας χανόταν στη κρύα νύκτα.

Εκείνα τα χρόνια, κάπου κοντά στο βουνό της παπλωματούς ζούσε ένας πλούσιος και άπληστος βασιλιάς που ό,τι περισσότερο λαχταρούσε ήταν να του κάνουνε διάφορα δώρα. Τα μύρια υπέροχα δώρα που είχε πάρει για τα Χριστούγεννα, τα γενέθλια και την ονομαστική του εορτή δεν του φτάνανε. Διέταξε τότε τους πολίτες να γιορτάζουν τα γενέθλιά του δύο φορές το χρόνο. Παρ’ όλα αυτά, ήταν ένας βασιλιάς πάντα αγέλαστος και κατσούφης. «Κάπου πρέπει να υπάρχει εκείνο το ένα και μοναδικό πράγμα που θα καταφέρει να με κάνει ευτυχισμένο», έλεγε συχνά.



Μια μέρα, ένας στρατιώτης του είπε για μια παπλωματού που φτιάχνει τα πιο όμορφα παπλώματα του κόσμου, τα οποία χαρίζει στους φτωχούς και σ’ αυτούς που τα έχουν ανάγκη. Οργισμένος ο βασιλιάς, διέταξε τους στρατιώτες του να βρούνε την παπλωματού για να του χαρίσει ένα πάπλωμα. Πίστευε ότι θα ήταν εκείνο το πράγμα που τον έκανε ευτυχισμένο.

Η γυναίκα, με πολλή αγάπη και καλοσύνη του είπε: «Χάρισε πρώτα όσα έχεις μαζέψει μέχρι τώρα, και μετά εγώ θα φτιάξω ένα πάπλωμα για χάρη σου. Με κάθε δώρο που εσύ θα δίνεις, εγώ θα προσθέτω και από ένα καινούριο κομμάτι στο πάπλωμά σου. Κι όταν πια θα έχεις χαρίσει όλα όσα έχεις μαζέψει, τότε, και το πάπλωμα που λαχταράς θα είναι έτοιμο».

Ο βασιλιάς, ενοχλημένος από την αντίδραση της γυναίκας, την παίρνει στη σπηλιά μιας φοβερής και τρομερής αρκούδας. Η γυναίκα δεν χάνει το θάρρος και με την ίδια πάντα καλοσύνη και αγάπη φτιάχνει ένα μαξιλάρι για την αρκούδα. Κανείς ποτέ άλλοτε δεν είχε φερθεί με τόση συμπόνια στο ζώο και για να ανταποδώσει το καλό που της έκαναν, κάθεται με την παπλωματού και απολαμβάνουν το πρωινό τους.

Από την άλλη ο βασιλιάς, αισθάνεται πολύ άσχημα για την συμπεριφορά του προς τη γυναίκα και προσπαθεί να επανορθώσει. Όταν όμως αντίκρισε την αρκούδα μαζί με την παπλωματού, τιμωρεί και πάλι τη γυναίκα. Δυστυχώς, για τον ίδιο δοκίμασε και άλλους πιο σκληρούς τρόπους για να τιμωρήσει τη γυναίκα. Άδικος κόπος! Η παπλωματού προσφέρει απλόχερα την αγάπη της παντού. Η απόφασή της για το πάπλωμα που τόσο επίμονα ζητά ο βασιλιάς δεν αλλάζει.

Προβληματισμένος τότε ο βασιλιάς δίνει ένα γυάλινο βόλο σε ένα αγόρι που συνάντησε στο δρόμο. Χάρισε ένα σωρό άλλα πράγματα, αλλά δεν κατάφερε να χαμογελάσει. Στη συνέχεια διέταξε να βγει στο δρόμο ο εξαίσιος τροχός με τα αληθινά άλογα που γύριζαν γύρω - γύρω. Τα παιδιά άρχισαν να φωνάζουν ευχαριστημένα και να ανεβαίνουν πάνω στα άλογα για βόλτα. Και τότε, κάτι σαν χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του βασιλιά. Κοίταξε γύρω του και είδε όλο αυτό το κέφι, τη χαρά και την ευτυχία που τα δώρα του είχαν φέρει στους απλούς ανθρώπους. Κι ένα παιδάκι τον άρπαξε από το χέρι και τον έσυρε κι εκείνον στο χορό. Και τότε ο βασιλιάς δεν χαμογέλασε απλώς, έσκασε στα γέλια...

Στο μεταξύ, η παπλωματού κράτησε την υπόσχεσή της κι άρχισε να φτιάχνει το πιο όμορφο πάπλωμα για τον βασιλιά. Ο βασιλιάς πήρε το πάπλωμά του όταν έγινε πάμπτωχος και κυκλοφορούσε με κουρέλια. «Μα δεν είμαι φτωχός!» της είπε. «Μπορεί να με δείχνουν έτσι τα ρούχα μου, αλλά η καρδιά μου είναι γεμάτη με τις πολύτιμες αναμνήσεις από τη χαρά που πρόσφερα στους άλλους. Ευτυχία έδινα και ευτυχία έχω πάρει. Νομίζω πως τώρα είμαι ο πιο πλούσιος άνθρωπος πάνω στη γη».

Το δώρο της παπλωματούς είναι από τις πιο αγαπημένες μου ιστορίες. Νιώθω ότι με αγγίζει στο μέγιστο βαθμό. Είναι φορές που θα ήθελα να γίνω σαν την παπλωματού, όχι μόνο για την αγάπη που κρύβει στη καρδιά της και τη καλοσύνη που κρέμεται από τα χείλη της, αλλά και για το χρόνο, τη διάθεσή και την ενέργεια της να δημιουργήσει κάτι ξεχωριστό και να το προσφέρει στους ανθρώπους. 


Η απλή παπλωματού χάριζε τα παπλώματά της στους ανθρώπους χωρίς να το μαθαίνει κανείς. Οι περισσότεροι από μας έχουμε τη τάση να προσφέρουμε ελάχιστα στους ανθρώπους έχοντας κατά νου το συμφέρον και τη προβολή μας. Πιθανόν να πιστεύουμε, ότι αυτά που δίνουμε στους άλλους πρέπει να γίνονται αντιληπτά από τους γύρω μας για να μας επαινούν.

Ο άπληστος βασιλιάς – όπως φαίνεται στην αρχή της ιστορίας – θυμίζει τον σύγχρονο άνθρωπο που όλο θέλει και ζητά και ποτέ δεν είναι ικανοποιημένος μ’ αυτά που έχει. Πατούμε επί πτωμάτων για να κερδίσουμε περισσότερα, ξοδεύοντας τις πιο πολλές φορές την υγεία μας για το σκοπό αυτό. Δυστυχώς, παραβλέπουμε τα απλά και καθημερινά – ασήμαντα κατά την άποψη μας πράγματα – και ψάχνουμε για μεγαλεία! Κι όμως! Αυτά τα μικρά πράγματα της ζωής που έχουμε σαν δεδομένα, είναι πραγματικά τόσο εκπληκτικά και άξια θαυμασμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: